- Για την Παραλία και τον Αιγιαλό

Οι δύο συνιστώσες του παράκτιου χώρου, η Παραλία και ο Αιγιαλός είναι δύο διαφορετικές φυσιογραφικές και όχι μόνο έννοιες. Ωστόσο, ανέκαθεν αποτελούσαν πόλο έλξης και ευκαιριών πολλών δραστηριοτήτων, αλλά και πλατύ πεδίο οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Επομένως, ο χώρος αυτός είναι ευάλωτος σε παράνομες παρεμβάσεις, καταπατήσεις, επεμβάσεις και χαριστικές διοικητικές πράξεις. Συγχρόνως όμως, ο χώρος αυτός είναι πλούσιος φυσικός πόρος, δηλαδή προσφέρει αγαθά και υπηρεσίες στον άνθρωπο, αλλά και περικλείει από οικολογική άποψη, τα παραγωγικότερα οικοσυστήματα. Από επιστημονική άποψη, εκεί όπου η θάλασσα συναντά τη χέρσο, οριοθετείται η ακτή, ενώ η μεταβατική ζώνη που περιοδικά καλύπτεται ή αποκαλύπτεται από τα νερά αποτελεί την παράκτια περιοχή. Εξάλλου, δεν υπάρχει ενιαίος ορισμός, για το τι είναι παράκτια περιοχή. Έτσι, όταν μελετώνται οι χρήσεις γης ορίζεται επιστημονικά, ως παράκτια περιοχή ζώνη πλάτους 100 μέτρων στη χέρσο που οροθετείται από τη θάλασσα. Όταν μελετώνται οι υποδομές και οι δραστηριότητες που συνδέονται με τη θάλασσα ως παράκτια περιοχή λογίζεται η απόσταση και μέχρι 5 χιλιόμετρα προς το εσωτερικό από την ακτή. Σε περιπτώσεις περιγραφής τοπικών παράκτιων φαινομένων και λειτουργιών, ως παράκτια περιοχή θεωρείται η ζώνη της θάλασσας από την περιοχή της κυματωγής, εκεί δηλαδή που σπάει το κύμα, μέχρι το βάθος των 10 μέτρων μέσα στη θάλασσα.....(για τη συνέχεια)
 Σε άλλες περιπτώσεις και για την επιστημονική έρευνα, μια περισσότερο πλατιά ερμηνεία της παράκτιας ζώνης περιλαμβάνει ολόκληρη τη χερσαία λεκάνη απορροής και επεκτείνεται μέχρι την υφαλοκρηπίδα, η οποία περιλαμβάνει περιοχές στη χέρσο, τη ζώνη της θάλασσας και τον πυθμένα των υποθαλάσσιων περιοχών μέχρι και το βάθος των 200μέτρων. Και η ισχύουσα νομοθεσία, ορίζει ως αιγιαλό τη ζώνη της ξηράς που βρέχεται από τη θάλασσα στις μεγαλύτερες επελάσεις των κυμάτων της, εκτός από τις συνηθισμένες. Η ζώνη του αιγιαλού, σε ακτές με απότομα πρανή που δεν καλύπτονται από αυτοφυή βλάστηση, περιλαμβάνει τα πρανή μέχρι και το ανώτερο σημείο τους, στη στέψη του αναγλύφου.Πρόσθετα, η νομοθεσία καθορίζει την όχθη ως τη ζώνη της ξηράς που περιστοιχίζει τις λίμνες και που βρίσκεται εκατέρωθεν των ποταμών και η οποία βρέχεται από τις μεγαλύτερες επελάσεις των νερών τους, πέρα από τις συνηθισμένες, ενώ ως παρόχθια είναι η ζώνη της ξηράς που προστίθεται στην όχθη, για την εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη λίμνη ή και τον ποταμό, αλλά και αντίστροφα. Στις παράκτιες περιοχές συνήθως προβάλλεται ο όρος “παραλία”. Έτσι, με επιστημονικούς όρους, παραλία είναι η ζώνη του υποστρώματος που περιλαμβάνει μετακινούμενο (άμμος, χαλίκια), ή μη συνεκτικό ίζημα το οποίο εναποτίθεται, κυρίως με τη δράση των κυμάτων και των ρευμάτων κατά μήκος της περιμέτρου μιας μάζας νερού. Σημειώνεται, ότι όταν ο αιγιαλός καλύπτεται από πηλό (λάσπη) ή βράχια δεν συμπεριλαμβάνεται στον όρο της παραλίας.. Κατά τη νομοθεσία, ως παραλία ορίζεται η ζώνη της ξηράς που περιλαμβάνει και τον αιγιαλό, αλλά επεκτείνεται μέχρις εκεί όπου εξυπηρετείται η επικοινωνία της ξηράς με τη θάλασσα και της θάλασσας με τη ξηρά. Σε σύνοψη οι αντίστοιχες έννοιες, κατά τη νομοθεσία έχουν ως εξής:
Αιγιαλός. Η έννοια του αιγιαλού υπάρχει από τους αρχαίους χρόνους. Οι Ρωμαίοι θεσμοθέτησαν διατάξεις προστατευτικές του αιγιαλού τον οποίον θεωρούσαν από τα πράγματα που εξυπηρετούν την κοινή χρήση και από τότε έδωσαν και τον επιστημονικό ορισμό του αιγιαλού ‘’μέχρις ου το χειμέριον έξεισι κύμα’’. Ο αυτός ορισμός αποδίδεται και με το Βυζαντινό Δίκαιο. Από τη σύσταση του Ελληνικού Κράτους μέχρι σήμερα ο αιγιαλός ορίζεται ως ‘’ η περιστοιχούσα την θάλατταν γη καθ΄ όσο μέρος βρέχεται από τας μεγίστας πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων εν καιρώ χειμώνος ουχί όμως και από τας εκτάκτους πλημμύρας’’ (άρθρο 15 του από 21-6-1837 Νόμου ¨περί διακρίσεως των κτημάτων¨. Και ‘’ η περιστοιχούσα τη θάλασσα χερσαία ζώνη η βρεχομένη από τας μεγίστας πλην συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων, είναι κτήμα κοινόχρηστον, ανήκει ως τούτον εις το Δημόσιον και προστατεύται και διαχειρίζεται υπ΄ αυτού’’ (άρθρο 1 του Α.Ν. 2344/1940). Και ‘’ η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της’’ (Άρθ. 1 παρ.1 του Ν. 2971/19.12.2001 ΦΕΚ 285 Α’ ).
Παραλία. Παραλία, είναι η ζώνη ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού, προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα.(Άρθ. 1 παρ.2 του Ν. 2971/19.12.2001 ΦΕΚ 285 Α’ ). ¨Όταν ο αιγιαλός λόγω της φυσικής μορφής της ξηράς δεν είναι δυνατόν να εξυπηρετήσει τον κοινόχρηστο σκοπό του, διαπλατύνεται με την προσθήκη λωρίδας γης από την παρακείμενη ξηρά . Κατά τον νόμο η λωρίδα γης που προστίθεται πρέπει να είναι χωρίς κτίσματα. Παλαιός Αιγιαλός. “Παλαιός αιγιαλός” είναι η ζώνη της ξηράς, που προέκυψε από τη μετακίνηση της ακτογραμμής προς τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικές προσχώσεις ή τεχνικά έργα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού.
Καθώς το πρόβλημα της οριοθέτησης του αιγιαλού και τα συνεπακόλουθά του για τον ανθρώπινο παράγοντα και το περιβάλλον έχουν φτάσει στο απροχώρητο, και πάλι στην επικαιρότητα σχετική συζήτηση για νέο σχέδιο νόμου ως προς τον καθορισμό και χαρακτηρισμό του αιγιαλού και της παραλίας. Οι αλλεπάλληλες όμως αυτές ρυθμίσεις, αφήνουν ή γίνονται για τις ‘’κερκόπορτες’’. Έτσι, θα προωθηθεί και τυπικά – αυτό που εδώ και μερικά χρόνια επιχειρείται- και με τη βούλα του νόμου, η εκχώρηση και παραχώρηση εκμεταλλεύσιμων παραθαλάσσιων εκτάσεων στους κατέχοντας. Πρόσθετα, θα νομιμοποιηθούν οι αυθαιρεσίες, που μέχρι σήμερα ήταν αδύνατο να ελέγξουν ή να απασχολήσουν τους αρμόδιους φορείς, καθώς και η μακρόχρονη εκχώρηση ορισμένων εκτάσεων - φιλέτων για εκμετάλλευση από τη λεγόμενη….. ιδιωτική-ξενόφερτη πρωτοβουλία. Αναρωτιόμαστε αν οι προθέσεις τους είναι για το καλό μας, για το καλό του περιβάλλοντος και της κοινωνίας ή για το καλό τους και τα επιχειρηματικά και άλλα σχέδιά τους. Πιστεύουμε ότι οδηγούμαστε εκ του ασφαλούς πλέον στην απώλεια ζωτικών τμημάτων του ελληνικού περιβάλλοντος, εν μέσω τεράστιων ξενοδοχειακών μονάδων, μαντρότοιχων, φρακτών, πλακοστρώσεων, γκαζόν και άλλων παρεμβάσεων, της παραλίας και της αμμουδιάς. Και το περίεργο, ενδεχομένως και το ύποπτο της περίπτωσης -άραγε γιατί να ζούμε καθημερινά με υποψίες και καχυποψίες; -, είναι οι συνοπτικές διαδικασίες του χαρακτηρισμού και αποχαρακτηρισμού του αιγιαλού και της παραλίας. Οι καθιερωμένες επιτόπιες αυτοψίες με την επαρκή στελέχωση έμπειρων επιστημόνων θα μπορούσαν να συνοδεύονται απαραίτητα και από πρόσφατες δορυφορικές φωτογραφίες και αεροφωτογραφίες. Και πάλι εξαγγέλλουν νέο νομικό καθεστώς, μιλούν για οριστικές οριοθετήσεις και συνάμα συνοπτικές, αξιοποιώντας λένε τη ψηφιακή τεχνολογία και απειλούν με απαλλοτριώσεις, κατεδαφίσεις και καθείρξεις. Εδώ το Εθνικό Κτηματολόγιο καρκινοβατεί και παραμένει ανενεργό για δεκαετίες και θα προχωρήσουν τον αιγιαλό; Και όλα αυτά λένε στην εισηγητική έκθεση <<…για την εξυπηρέτηση υπέρτερου δημόσιου συμφέροντος ή την εκπλήρωση υποχρεώσεων της χώρας που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις που έχουν κυρωθεί με νόμο>>. Και παρακάτω μας υπενθυμίζουν ότι, <<… η οριοθέτηση του αιγιαλού επιβάλλεται επίσης για κοινωφελείς, περιβαλλοντικούς, πολιτιστικούς σκοπούς και για την εξυπηρέτηση δραστηριοτήτων που προβλέπει ο νόμος>>. Το επαρκές νομικό πλαίσιο που υπάρχει για την παραλία και τον αιγιαλό, θα μπορούσε να αναβαθμιστεί σε ορισμένα άρθρα του προσθέτοντας την καινούργια τεχνογνωσία και δίνοντας αξιόπιστα εργαλεία στις κατά τόπους αρμόδιες υπηρεσίες για αμερόληπτες γνωματεύσεις και ελέγχους. Αυτό που απουσιάζει, όπως άλλωστε σε πολλές εκφάνσεις της διοίκησης, είναι η βούληση εφαρμογής του νομικού πλαισίου, καθώς και οι αγκυλωμένοι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί που ελέγχουν και επιτηρούν επιλεκτικά την εφαρμογή των νόμων. Όπως είναι γνωστό, για τα περισσότερα από 16000 χιλιόμετρα των ελληνικών ακτών και μόνο ενδεικτικά είχε μέχρι σήμερα προχωρήσει η οριοθέτηση του αιγιαλού, ενώ με το καινούργιο νομικό πλαίσιο απελευθερώνονται τεράστιες εκτάσεις, για την αποκαλούμενη ‘’σκληρή και άτεγκτη’’ προς το περιβάλλον ανάπτυξη, για τουριστική και επιχειρηματική βαριά ανάπτυξη. Βλέπε, τεράστιες ξενοδοχειακές μονάδες, εγκαταστάσεις γκολφ, επεκτάσεις στον παράκτιο χώρο για τεχνητές παραλίες και για μαρίνες, περιφραγμένες πλαζ και ουσιαστικά απαξιώνεται ως προς την προστασία του περιβάλλοντος το παραγωγικότερο κομμάτι της ελληνικής γης. Χάνεται δηλαδή ότι το πολυτιμότερο οικολογικό και κοινωνικό απόθεμα για τις μελλοντικές γενεές στο βωμό ‘’του εθνικού συμφέροντος’’ και των εκχωρήσεων- παραχωρήσεων, η παραλία και ο αιγιαλός. Θυμόμαστε ότι με νόμο του 1940 ο αιγιαλός οριζόταν με βάση ‘’ τη μεγαλύτερη επέλαση του χειμερίου κύματος’’, ενώ με το νόμο του 2001 που ήταν και το πρώτο βήμα για τη μείωση της ζώνης του, ο αιγιαλός οριζόταν ‘’ από τις μεγαλύτερες και συνήθεις επελάσεις των κυμάτων ’’. Συνήθως, όσο η ανάπτυξη των πιο πάνω δραστηριοτήτων στον παράκτιο χώρο επεκτείνεται, τόσο ο ανταγωνισμός με τους άλλους χρήστες του υδάτινου περιβάλλοντος γίνεται εντονότερος, ενώ εκτιμάται ότι αν δεν τεθούν ορισμένα όρια στις δραστηριότητες αυτές, υπάρχει άμεσος και ορατός ο κίνδυνος για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Εξάλλου, και οι μηχανισμοί “ανάδρασης” που διαθέτει το περιβάλλον είναι πεπερασμένοι και μπορεί να ανασταλούν και επομένως μπορεί να απειληθεί ακόμη και η βιωσιμότητα της αναπτυξιακής δραστηριότητας, πέρα από τη δημιουργία καταστάσεων υποβάθμισης στην ποιότητα του υδάτινου περιβάλλοντος. Σε διεθνές αλλά και σε ελληνικό επίπεδο (πολυτεχνικές και πανεπιστημιακές σχολές και αρμόδια ερευνητικά κέντρα) υπάρχει σήμερα αρκετή εμπειρία και πληροφόρηση για τις επιπτώσεις στο υδάτινο περιβάλλον από αναπτυξιακές μονάδες και κάθε είδους δραστηριότητες που είναι εγκατεστημένες στη στεριά ή μέσα στον υδάτινο χώρο, ώστε με τον καλύτερο δυνατό σχεδιασμό να επιτυγχάνεται: η ήπια εκμετάλλευση του περιβάλλοντος, η μεγαλύτερη δυνατή απόδοση σε προϊόντα και υπηρεσίες και η προστασία του περιβάλλοντος. Επομένως, είναι σημαντικό να αναπτυχθούν κριτήρια για κάθε περιοχή, γιατί κάθε μία περιοχή έχει τη δική της ταυτότητα συνθηκών και ιδιαιτεροτήτων, ώστε με τα διαθέσιμα επιστημονικά δεδομένα και τις ισχύουσες μεθόδους να εξασφαλίζεται η ορθολογική διαχείριση των νερών, η προστασία του περιβάλλοντος και η βιωσιμότητα της δραστηριότητας, ενώ είναι άξιο απορίας που στο καινούργιο νομικό πλαίσιο δεν λαμβάνονται υπόψη τα τοπικά οικολογικά και περιβαλλοντικά κριτήρια και αυτό αιτιολογείται από τους συντάκτες …για το συνοπτικό της περίπτωσης. Ωστόσο, οι δραστηριότητες που είναι εγκαταστημένες στη ξηρά, αλλά και εκείνες που εκμεταλλεύονται τον υδάτινο πόρο μέσα στο νερό, εμπεριέχουν κάποιο βαθμό οικολογικής απειλής και άλλων μεταβολών για το υδάτινο περιβάλλον. Για την αντιμετώπιση της κατάστασης και των τυχόν προβλημάτων που πιθανό να προκύψουν από την αξιοποίηση μιας περιοχής έχουν δημιουργηθεί τεχνολογικά εργαλεία πρόγνωσης των επιπτώσεων στο περιβάλλον ή και περιορισμός των “πιέσεων-απειλών” προς το υδάτινο περιβάλλον. Συνήθως, οι ζημιογόνες επιπτώσεις στο περιβάλλον προέρχονται σχεδόν αποκλειστικά από απρογραμμάτιστο και μη ορθολογικό σχεδιασμό της διαχείρισης των δραστηριοτήτων, από την απουσία σχετικής μελέτης για τη φυσική χωρητικότητα των υδατικών πόρων της περιοχής και από την έλλειψη ενόρασης και προοπτικών για το μέλλον του τόπου. Αυτή μάλιστα η συνθήκη για τη χώρα μας αποκτά ιδιαίτερη σημασία, επειδή εξαιτίας των κλιματικών συνθηκών υπάρχει παρατεταμένη χρονικά βιο-παραγωγική περίοδος και οι υδάτινοι πόροι βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα από ποιοτική άποψη, ενώ παράλληλα οι πολλαπλές χρήσεις κάθε υδάτινου πόρου, χωρίς ιεράρχηση των δραστηριοτήτων, αποτελούν πάντοτε πιθανή απειλή και πρόβλημα, συν τις αναμενόμενες επιπτώσεις των κλιματικών αλλαγών σε τοπικό επίπεδο. Η Έννοια και οι Αρχές της Ολοκληρωμένη Διαχείριση Παράκτιας Ζώνης (ΟΔΠΖ). Η Ο.Δ.Π.Ζ. εμφανίστηκε ως έννοια τη δεκαετία του 1990. Τα βασικά κριτήρια της Ο.Δ.Π.Ζ. υιοθετήθηκαν στο Κεφάλαιο 17 της Ατζέντας 21 του Ρίο το 1992, το οποίο περιλαμβάνει τους εξής τομείς: · την ολοκληρωμένη διαχείριση και αειφόρο ανάπτυξη των παράκτιων και θαλάσσιων περιοχών. · την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. · την αειφορική εκμετάλλευση και συντήρηση των θαλάσσιων οργανισμών είτε των διεθνών υδάτων είτε των εθνικών υδάτων. · τη διατύπωση οποιασδήποτε μορφής αβεβαιότητας για τη διαχείριση στα πλαίσια των παγκοσμίων κλιματικών αλλαγών. · την ενδυνάμωση της διακρατικής συνεργασίας και του συντονισμού, και τέλος · της αειφορικής ανάπτυξης των μικρών νησιών. Η Ο.Δ.Π.Ζ. αναφέρεται γεωγραφικά σε µία ζώνη πλάτους που καθορίζεται από διάφορα κριτήρια και σε µία θαλάσσια ζώνη που αποτελεί τμήμα του ευρύτερου εθνικού θαλάσσιου χώρου. Η διαχείριση είναι ολοκληρωμένη όταν συνδυάζει την οικονομική θεωρία (επικεντρώνεται στην οικονομική ανάπτυξη), την οικολογική θεωρία (επικεντρώνεται στη διατήρηση των φυσικών πόρων και της βιοποικιλότητας κ.λ.π.) και τη θεωρεία της κοινωνική; ισότητας στους στόχους που θέτει για την προστασία, ανάπτυξη και ανάδειξη των παράκτιων ζωνών. Έξι βασικές αρχές διέπουν την Ο.Δ.Π.Ζ.: · ενδυνάμωση των τοπικών στόχων δράσης για αειφορική ανάπτυξη. · προστασία και συντήρηση των οικοσυστημάτων. · σχεδιασμός και εφαρμογή προγραμμάτων που θα διασφαλίζουν ότι µία αναπτυσσόμενη δραστηριότητα δεν θα προκαλεί προβλήματα σε άλλες δραστηριότητες και άλλους τομείς. · συντονισμός ανάμεσα στους διάφορους φορείς και ανάμεσα στα διαφορετικά κέντρα λήψης αποφάσεων (τοπικές κοινότητες, κρατικοί οργανισμοί, διακρατικοί οργανισμοί). · συντονισμός στο περιεχόμενο και τον συγχρονισμό ανάμεσα στις αποφάσεις των διαφορετικών κέντρων λήψης αποφάσεων. · συντονισμό ανάμεσα στη διαχείριση της παράκτιας ζώνης και των γειτονικών περιοχών της ξηράς και της θάλασσας. Εξ αιτίας της σημασίας των παράκτιων ζωνών στην Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Ένωση συστήνει τα κράτη μέλη να υιοθετήσουν μια στρατηγική και ολοκληρωμένη προσέγγιση στη διαχείριση των παράκτιων ζωνών τους. Αυτή πρέπει να βασιστεί σε: • προστασία του παράκτιου περιβάλλοντος • αναγνώριση της απειλής που τίθεται από την αλλαγή κλίματος • εφαρμογή των παράκτιων μέτρων προστασίας συμπεριλαμβανομένης της προστασίας των παράκτιων οικισμών και της πολιτιστικής κληρονομιάς τους • βιώσιμες οικονομικές ευκαιρίες και επιλογές απασχόλησης • ένα λειτουργικό κοινωνικό και πολιτιστικό σύστημα των τοπικών κοινοτήτων • παροχή κατάλληλων και προσιτών εκτάσεων για αναψυχή και αισθητική απόλαυση • διατήρηση ή προαγωγή της συνοχής των μακρινών παράκτιων κοινοτήτων. • βελτίωση του συντονισμού των δράσεων στην θάλασσα και στην ξηρά. Κανονισμός και προώθηση ενός Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για την προστασία των ακτών της Μεσογείου (ObseMedi). Αυτός ο κανονισμός επεξεργάζεται ένα Ευρωπαϊκό Κανονισμό (τους όρους και τους κανόνες) με θέμα την χρήση των θαλάσσιων κοιτασμάτων και των προσχώσεων για την ολοκληρωμένη προστασία των παράκτιων ζωνών. Ταυτόχρονα, μελετά την προώθηση ενός Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για την προστασία των ακτών της Μεσογείου. 1. Ενεργές (Λειτουργικές) Υπηρεσίες Παρατηρητηρίου. · Συλλογή Πληροφοριών – Αρχείο Εικόνων και Ύπαρξη ενός Οργανωτικού Συστήματος. · Περιοδική Έρευνα της Θέσης της Ακτογραμμής σε Τοπική Κλίμακα. · Περιοδική Έρευνα της Θέσης της Ακτογραμμής σε Περιφερειακή Κλίμακα. · Ιζηματολογικός και Ορυκτολογικός Χαρακτηρισμός. · Ανάπτυξη Σημείων Ελέγχου της Θάλασσας (Δίκτυο Αναφοράς). · Τοποβαθυμετρική Έρευνα της Μορφολογίας της Ακτής. · Απόκτηση Ιζηματολογικών και Στρωματογραφικών Στοιχείων του Θαλάσσιου Πυθμένα. · Απόκτηση Στοιχείων για την Αξιολόγηση της Καθίζησης στην Παράκτια Ζώνη. · Απογραφή Εργασιών και Φορέων-Υπηρεσιών που αφορούν την Ακτή. · Απόκτηση και ενημέρωση πληροφοριών χρήσης γης και χρήσης της θάλασσας κοντά στην παράκτια ζώνη. · Επεξεργασία της Θεματικής Χαρτογραφίας για τον Χωροταξικό σχεδιασμό σχετικά με τα Σενάρια Εξέλιξης των Ακτών. 2. Συμβουλευτικές Υπηρεσίες · Χρήση Δεικτών για τον Έλεγχο της Μορφολογικής Κατάστασης της Ακτής. · Χρήση Δεικτών για τον Έλεγχο της Κοινωνικής & Οικονομικής Ανάπτυξης της Παράκτιας Ζώνης. · Διανομή Στοιχείων σε άλλους Φορείς και Συμμετέχοντες. · Συγκεκριμένες Ενέργειες για την Δημόσια Ευαισθητοποίηση, την Επικοινωνία και την Επεξεργασία Ερωτηματολογίων σχετικά με τους Φορείς που πραγματοποιούν Δραστηριότητες στις Παράκτιες Περιοχές η και την Θάλασσα. · Απόκτηση και ενημέρωση πληροφοριών χρήσης γης και χρήσης της θάλασσας κοντά στην παράκτια ζώνη. Ο τομέας αυτός του Παρατηρητηρίου θα λειτουργεί ως μηχανισμός συλλογής, οργάνωσης, ταξινόμησης και επεξεργασίας πρωτογενών και δευτερογενών πληροφοριών και δεδομένων τα οποία θα αφορούν την Παράκτια Ζώνη. Ειδικότερα θα περιλαμβάνει την παρακολούθηση, Χωροταξικών και Πολεοδομικών Δεδομένων των παράκτιων και παρόχθιων περιοχών, με σκοπό την υποστήριξη της προστασίας των περιοχών αυτών έναντι φυσικών φαινομένων, καθώς και την υποστήριξη του χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και ελέγχου. Στο πλαίσιο αυτό, α) Θα επεξεργάζεται δείκτες για την ανάλυση των χωρικών μεταβολών, θα προσδιορίζει τύπους περιοχών, θα διατυπώνει σενάρια χωρικής ανάπτυξης και θα αναλαμβάνει την παρακολούθηση και αξιολόγηση των δημοσίων πολιτικών με επιπτώσεις στις περιοχές αυτές. β) Θα εισηγείται και θα γνωμοδοτεί για τη λήψη των εκάστοτε αναγκαίων και κατάλληλων μέτρων και μέσων άσκησης πολιτικής και θα παρέχει εν γένει τεχνογνωσία στις Υπηρεσίες της Περιφέρειας, των Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων και των Δήμων με περιοδικές μελέτες, εκθέσεις και προγνώσεις. Το Έργο της δημιουργίας του Παρατηρητηρίθου περιλαμβάνει την ανάπτυξη και περιοδική ανανέωση ψηφιακών μοντέλων εδαφών, μέσω νέων αεροφωτογραφιών ή και παράλληλης αξιοποίησης δορυφορικών εικόνων υψηλής ανάλυσης, την ανάπτυξη Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών και ειδικών Εφαρμογών, την ανάπτυξη Συστήματος Διαχείρισης των Παραμέτρων για τις παράκτιες και παρόχθιες ζώνες, σε κλίμακα 1:1000 και 1:5000. που θα περιλαμβάνουν: α) Ακτογραμμή και Χερσαία ζώνη πλάτους 2 Km. Στα νησιά η παράκτια ζώνη ταυτίζεται στις περισσότερες περιπτώσεις με το σύνολο του επιφάνειας του νησιού και ως εκ τούτου η διαχείριση των ακτών απαιτεί την διαχείριση ολόκληρου του νησιωτικού χώρου με στόχο τη βιώσιμη ανάπτυξη του. β) Παραποτάμιες περιοχές πλάτους 1 Km. Οι περιοχές θα προσδιορισθούν με ακρίβεια στον Αναλυτικό Σχεδιασμό που θα εκπονηθεί στην αρχική Φάση του Έργου. Οι περιοχές αυτές είναι εκτός της ζώνης των 2 Km. Κανονικά χρειάζεται ολόκληρη η λεκάνη απορροής των ποταμών για τον καθορισμό της ροής του και την μεταφορά υλικών. γ) Οι ζώνες, που περιβάλλουν δάση, λίμνες, δέλτα ποταμών και ακτές, και δεν έχουν ενταχθεί στο Δίκτυο NATURA 2000 αποτελούν τόπους με ιδιαίτερη σημασία για τα οικοσυστήματα που περιβάλουν, γιατί τα επηρεάζουν άμεσα. Η οικολογικά ευαίσθητη ζώνη των ως άνω περιοχών είναι η ζώνη, που εκτείνεται σε απόσταση μέχρι 600 μέτρων από τις όχθες λιμνών, μέχρι 150 μέτρα ένθεν και ένθεν κοίτης ποταμών, μέχρι 1000 μέτρα από την ακτογραμμή προκειμένου για κλειστούς κόλπους, μέχρι 300 μέτρα για τις λοιπές ακτές και μέχρι 500 μέτρα από τα όρια δασών. Οι αποστάσεις καθορίζονται με βάση τους χάρτες 1:5.000 της Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού. θαλάσσια ζώνη. δ) Θαλάσσια ζώνη. Αυτή πρέπει να οριοθετηθεί με βάση την γραμμή βάθους των 50μ και στην ειδική περίπτωση όπου αυτή βρίσκεται πολύ κοντά στην ακτή το θαλάσσιο όριο να ορίζεται με βάση την οριζόντια απόσταση από την ακτογραμμή μέχρι 1 ναυτικό μίλι. ε) Εξάλλου, στη σύγχρονη νομοθεσία εισέρχονται δύο νέες έννοιες. Είναι τα παράκτια και τα μεταβατικά ύδατα. «Παράκτια ύδατα»: είναι τα επιφανειακά ύδατα που βρίσκονται στην πλευρά της ξηράς μιας γραμμής, κάθε σημείο της οποίας βρίσκεται σε απόσταση ενός ναυτικού μιλίου προς τη θάλασσα από το πλησιέστερο σημείο της γραμμής βάσης από την οποία μετράται το εύρος των χωρικών υδάτων, και τα οποία, κατά περίπτωση, εκτείνονται μέχρι του απώτερου ορίου των μεταβατικών υδάτων. «Μεταβατικά ύδατα»: είναι συστήματα επιφανειακών υδάτων κοντά σε στόμια εκβολής ποταμών, τα οποία είναι εν μέρει αλμυρά λόγω της γειτνίασής τους με παράκτια ύδατα, αλλά τα οποία επηρεάζονται ουσιαστικά από ρεύματα γλυκών υδάτων. Για τις ζώνες αυτές, οι αρμόδιες υπηρεσίες κατά περίπτωση και εφόσον κριθεί απαραίτητο, δύναται να εξειδικεύσουν τους Κώδικες Ορθής Γεωργικής Πολιτικής με στόχο την προστασία των ευαίσθητων οικοσυστημάτων. Στις περιοχές του Δικτύου NATURA 2000 δύνανται να προσαρμοστούν οι Κώδικες Ορθής Γεωργικής Πολιτικής, σύμφωνα με τα αποτελέσματα των Ειδικών Περιβαλλοντικών Μελετών και των Διαχειριστικών Σχεδίων όπου αυτά έχουν εκπονηθεί και εγκριθεί. Από το σύνολο της Παράκτιας Ζώνης της χώρας μόνο για το τμήμα του Αιγιαλού και της Παραλίας υπάρχει μέχρι σήμερα ειδική νομοθεσία, που αποτελεί τμήμα ευρύτερης νομοθεσίας περί δημοσίων κτημάτων, με την οποία επιχειρείται η διοίκηση και διαχείριση των εκτάσεων αυτών και όχι η συνολική διαχείριση της Παράκτιας Ζώνης στο πλαίσιο μιας συνθετικής θεώρησης περιβαλλοντικού, χωροταξικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα. Το σύνολο της Νομοθεσίας αφορά όλη την Χώρα και εφαρμόζεται σε κάθε Περιφέρεια χωρίς τοπικές διαφοροποιήσεις και προσθήκες. Ειδικότερα: “Αιγιαλός” είναι η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. “Παραλία” είναι η ζώνη ξηράς που προστίθεται στον αιγιαλό, καθορίζεται δε σε πλάτος μέχρι και πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού, της εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα. · “Παλαιός αιγιαλός” είναι η ζώνη της ξηράς, που προέκυψε από τη μετακίνηση της ακτογραμμής της τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικές προσχώσεις ή τεχνικά έργα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού. · ¨Ζώνη λιμένα¨ καλείται η έκταση ξηράς και θάλασσας, συνεχής ή διακεκομμένη, που καθορίζεται σε κάθε παράκτια περιοχή, όπου κατά της κείμενες διατάξεις συντρέχει λόγος δημιουργίας ή επέκτασης λιμένα. Στην ζώνη αυτή ο αρμόδιος φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα μπορεί να εκτελέσει έργα που απαιτούνται για την εξυπηρέτηση της εμπορικής, επιβατικής, ναυτιλιακής, τουριστικής και αλιευτικής κίνησης και γενικότερα της εύρυθμης λειτουργίας του λιμένα. Τα έργα εκτελούνται σύμφωνα με της διατάξεις περί εκτελέσεως δημοσίων έργων, της διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας περί λιμενικών ταμείων και στα πλαίσια ανάπτυξης του λιμενικού δυναμικού της χώρας · ¨Λιμένας¨ είναι ζώνη ξηράς και θάλασσας μαζί με έργα και εξοπλισμό, που επιτρέπουν κυρίως την υποδοχή κάθε είδους πλωτών μέσων και σκαφών αναψυχής, τη φορτοεκφόρτωση, αποθήκευση, παραλαβή και προώθηση των φορτίων της, την εξυπηρέτηση επιβατών και οχημάτων και την ανάπτυξη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, που συνδέονται άμεσα ή έμμεσα με της θαλάσσιες μεταφορές. · ¨Λιμενικά έργα¨ είναι εκείνα, που εκτελούνται ολικώς ή μερικώς στον αιγιαλό, την παραλία, μέσα στη θάλασσα, στον πυθμένα της θάλασσας και στο υπέδαφος του βυθού, καθώς και εκείνα που επιφέρουν διαμόρφωση ή αλλοίωση των χώρων αυτών ή που προβλέπονται από της διατάξεις περί Λιμενικών Ταμείων. ¨Φορέας διοίκησης και εκμετάλλευσης λιμένα¨ είναι κάθε δημόσιος φορέας ή φορέας της Αυτοδιοίκησης ή ιδιωτικός ή μικτός φορέας που έχει, κατά νόμο, την ευθύνη της Διοίκησης και της εκμετάλλευσης λιμένα. Προστασία Αιγιαλού και Παραλίας. Κατά το άρθρο 967 του Αστικού Κώδικα «κοινής χρήσεως πράγματα είναι τα ελευθέρως και αενάως ρέοντα ύδατα, οι οδοί, αι πλατείαι, οι αιγιαλοί, οι λιμένες και όρμοι, αι όχθαι πλευσίμων ποταμών, αι μεγάλαι λίμναι και αι όχθαι αυτών». Ο αιγιαλός επομένως είναι κοινόχρηστο κτήμα, ανήκει ως εκ τούτου εις το Δημόσιο το οποίο τον διαχειρίζεται και οφείλει να τον προστατεύει. Η Υπηρεσία που έχει αρμοδιότητα στον Αιγιαλό και Παραλία είναι η Κτηματική Υπηρεσία του Δημοσίου, με έδρα στην Πρωτεύουσα του κάθε Νομού, η οποία ελέγχει διοικητικά και διαχειρίζεται της ακτές του Νομού και ενημερώνει της υπόλοιπες Αρχές. Η Υπηρεσία χρησιμοποιεί, βάσει προδιαγραφών, διαγράμματα σε κλίμακα 1:1000 του αιγιαλού και της παραλίας. Τα διαγράμματα συντάσσονται με επίγειες τοπογραφικές μεθόδους (κλασσικές μέθοδοι) και περιλαμβάνουν της μια ευρύτερη χερσαία ζώνη με κτηματολόγιο. Έχει, της μόνο τον Διοικητικό έλεγχο των διαδικασιών και παραπέμπει το τεχνικό μέρος της Τεχνικές Υπηρεσίες της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης. Η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης έχει την αρμοδιότητα να εγκρίνει μελέτες και έργα επεμβάσεων για την προστασία των ακτών. Η υπηρεσία αυτή χρησιμοποιεί κλασσικούς, κρατικούς, χάρτες σε κλίμακα 1: 5000 για την περιοχής της, και τα διαγράμματα που παραλαμβάνει από την Κτηματική Υπηρεσία κάθε φορά. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών γίνεται η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσης αιγιαλού, παραλίας, συνεχόμενου ή παρακείμενου θαλάσσιου χώρου, ή του πυθμένα, για την εκτέλεση έργων που εξυπηρετούν εμπορικούς, βιομηχανικούς, συγκοινωνιακούς, λιμενικούς ή άλλου είδους σκοπούς, με την σύμφωνη γνώμη η ενημέρωση άλλων Υπουργείων και Υπηρεσιών. Η παραχώρηση μπορεί να περιλαμβάνει και απλή χρήση αιγιαλού και παραλίας για την εξυπηρέτηση λειτουργικών αναγκών των έργων αυτών. Ωστόσο, το πλάτος της λωρίδας γης (παραλία) που θα προσαρτηθεί έχει αφεθεί από τον Νόμο στην διακριτική ευχέρεια της Επιτροπής καθορισμού του αιγιαλού και παραλίας. Το ΓΕΝ κρίνοντας ότι το πλάτος του Αιγιαλού των Ελληνικών ακτών είναι μικρό για να εξυπηρετήσει της κοινόχρηστους σκοπούς του, έχει καθιερώσει σαν πάγια τακτική ο αιγιαλός να διαπλατύνεται με λωρίδα παραλίας τουλάχιστον 10 μ. Με την εγκύκλιο Γ48/21-8-1978/ΥΔΕ/Δ-νση Οικισμού ορίζεται ότι το πλάτος που αυτοαποζημιώνεται από της παρακείμενους ιδιοκτήτες αυξάνεται από 10μ σε 15 μ δηλαδή δίνεται η ευχέρεια στην Επιτροπή να καθορίσει πλάτος παραλίας μέχρι 15μ χωρίς να προκύψει υποχρέωση το Δημόσιο να αποζημιώσει την λωρίδα αυτή της ιδιοκτήτες. Ακόμη και όταν αυτή (παραλία) καθορίζεται στα διαγράμματα, η διαδικασία συνήθως δεν ολοκληρώνεται με της απαραίτητες αναλογιστικές πράξεις για την αποζημίωση των ιδιοκτητών από την ιδιοκτησία των οποίων αφαιρείται η ζώνη της παραλίας με αποτέλεσμα να μην είναι και νομικά κοινόχρηστη η παραλία. Φαίνεται λοιπό ότι ο αιγιαλός είναι δημιούργημα της φύσης και περιγράφεται με ένα τεχνικό τρόπο, ενώ η παραλία είναι ένα νομικό προϊόν και συνέπεια Διοικητικών πράξεων.